Νταλικέρης με μαυρισμένο μάτι
Είναι 3 νταλικέρηδες. Ο ένας με μαυρισμένο μάτι, ο άλλος με διάφορες μελανιές και ο τρίτος με επιδέσμους σε όλο το σώμα του. Λέει ο πρώτος:
– «Α, ρε παιδιά, καλό το τιμόνι, δε λέω αλλά με κάνει να αποκτάω κάτι συνήθειες, άλλο πράμα. Να, προχθές για παράδειγμα που γύρισα από ένα μεγάλο ταξίδι, Ιταλία είχα πάει, μπαίνω σπίτι, πιάνω τη γυναίκα μου, τη βάζω κάτω, τις αλλάζω τα πετρέλαια…. και μετά τι λέτε ότι κάνω; Να, πιάνω ένα δεκαχίλιαρο και το ακουμπάω στο κομοδίνο. Με το που το βλέπει αυτό η γυναίκα μου, αφήστε, μου ρίχνει μια μπουνιά, είδα τον ουρανό σφοντύλι!!!»
– «Κοίτα», λέει ο δεύτερος, «που και εγώ είχα μια παρόμοια εμπειρία! Ακούστε τώρα να δείτε!! Γυρνάω σπίτι, έλειπα 5 βδομάδες είχα πάει Λονδίνο, βλέπω τη γυναίκα μου, την πιάνω, τη βάζω κάτω, τις αλλάζω τα φώτα. Και εκεί που τελειώνω, βγάζω από την τσέπη του παντελονιού ένα δεκαχίλιαρο και το δίνω στη γυναίκα μου. Εδώ όμως σας θέλω. Τι κάνει αυτή; Μου δίνει ρέστα 3 χιλιάρικα!!!! Έγινε χαμός σπίτι… Γι’ αυτό και οι μελανιές…»
– «Ρε παιδιά, να μα τη πίστη μου, δεν θα με πιστέψετε τι μου συνέβη εμένα», λέει ο τρίτος που είχε τα μαύρα του τα χάλια. «Γυρίζω σπίτι μου, βλέπω τη γυναίκα μου, τη βάζω κάτω, της άλλαξα τον αδόξαστο. Εκεί που το κάναμε χτυπάει το ουδούνι. «Αμάν!!», μου λέει, «ο άντρας μου!! Πέσε απ’ το μπαλκόνι!!. Και τι κάνω εγώ; Έπεσα…»