Ο κροκόδειλος
Σε ένα χωριό ξεχασμένο από το Θεό, οι κάτοικοι δεν είχαν τι άλλο να κάνουν και οργάνωσαν σκυλομαχίες. Εκείνη την ημέρα το πιτ-μπουλ του Προέδρου του χωριού, είχε ένα «ραντεβουδάκι» στην αρένα με το σκύλο του κυρ Μήτρου του τσέλιγκα. Καταφθάνουν οι αντίπαλοι και ο Πρόεδρος βάζει τα γέλια βλέποντας ένα κουρεμένο κατάλευκο με κορδέλες και παπιγιόνια, κανίς του κυρ Μήτρου, να θέλει να μπει στην αρένα. Το πίτ-μπουλ λυσσασμένο, έβγαζε αφρούς από το στόμα και τα αυτιά, θέλοντας να ξεσκίσει το φλώρικο κανίς. Μπήκαν τα στοιχήματα, ξεκινά ο αγώνας και ώ!! δια του θαύματος το κανίς αρπάζει το πιτ-μπουλ από το σβέρκο και του τον ξεριζώνει. Του κόβει τα πόδια, τρώει και την ουρά του, κάτω από το περήφανο βλέμμα του κυρ Μήτρου, αφήνοντας έκπληκτους όλους τους τσοπαναραίους που έβλεπαν τον αγώνα. Εκνευρισμένος ο Πρόεδρος, από το ρεζιλίκι, πάει πάνω από το μισοπεθαμένο πιτ-μπουλ και αρχίζει να του κατεβάζει καντήλια: – «Αϊ ρι χαμένου βρομόσκυλο. Κατηραμένε κουπρίτη, τούσα λεφτά ίδωκα να σι ικπιδεύσουν κι να σι ξιφτίλις τούτο του βρουμοκανίς! Τζάμπα πήγαν ούλα τα μαθήματα που σου γινήκανε, χαμένου κουρμί. Φτού σου!» – «Αυτού ουρέ Πρόεδρε, διν είν τίποτις» απαντά ο τσέλιγκας. – «Ιμένα να ειδείς, που ξούδεψα ουλόκληρα χρούνια για να κάμου τουν κoρκόδειλα κανίς!»