Το άσπρο άλογο
Ήταν κάποιος που έπρεπε να διασχίσει ένα κομμάτι ερήμου για να πάει από μια πόλη σε μια άλλη. Εκεί που οδηγούσε το τζιπ του κάτω από τον καυτό ήλιο, βλέπει να βγαίνουν καπνοί από το καπό του αυτοκινήτου. Σταματάει, ανοίγει το καπό και βλέπει ότι πλέον το τζιπ τα έχει φτύσει. Προσπαθεί να κάνει κάτι, αλλά τίποτα… Τον πιάνει απελπισία, αφού βρίσκεται στη μέση του πουθενά και δε μπορεί να ζητήσει βοήθεια και κάθεται δίπλα στο τζιπ ανάβοντας ένα τσιγάρο. Εκεί που καπνίζει, βλέπει από μακριά μια άσπρη φιγούρα να έρχεται προς το μέρος του. Δεν δίνει σημασία… Μετά από λίγο βλέπει ότι αυτή η φιγούρα είναι ένα άσπρο άλογο που ερχόταν καλπάζοντας προς το μέρος του. Τρελάθηκε! Ένα άλογο στη μέση της ερήμου! Μάλλον θα τον πείραξε ο ήλιος, σκέφτηκε. Δεν έδωσε σημασία… Σε δυο λεπτά περνάει το άσπρο άλογο από μπροστά του και φρενάρει απότομα… – «Ρε μαλάκα τι περιμένεις εδώ;» ρωτάει το άλογο. Ο φίλος μας παθαίνει πλάκα, θα είμαι πολύ άρρωστος! – «Ρε ηλίθιε τι αγαλμάτωσες έτσι; Σε σένα μιλάω!» Ξαναλέει το άλογο. – «Εεεε. . Μμμ. . Έχω πρόβλημα με το αυτοκίνητο», απαντά ο άνθρωπός. – «Γι` αυτό σκας; Ανοιξε το καπό να δούμε τι έχει, γρήγορα!» Λέει το άλογο. Ο τύπος τρελαμένος δεν ξέρει τι να πει. Ανοίγει το καπό και βλέπει το άλογο να κόβει να δένει καλώδια, να βιδώνει να ξεβιδώνει και μετά από 5 λεπτά γυρνά στον τύπο και του λέει: – «Αντε βρε μαλάκα, τίποτα δεν είχες! Βάλε μπρος και φύγε! Εγώ το έφτιαξα πρόχειρα, πήγαινε και σε κανένα συνεργείο μόλις φτάσεις στην πόλη, και έφυγε και πάλι καλπάζοντας.» Ο τύπος τρελαμένος μπαίνει στο τζιπ και βλέπει ότι πράγματι πήρε μπρος. Πατάει γκάζι και εξαφανίζεται. Μόλις φτάνει στην πόλη πάει αμέσως σε ένα συνεργείο και διηγείται στο μάστορα την ιστορία του… – «Ήταν που λες ένα άλογο που μου το έφτιαξε στην έρημο.» Ο μάστορας ατάραχος ακούει. – «Σου λέω ένα άλογο μου το έφτιαξε, δεν είναι τρελό;» Και πάλι ο μάστορας ατάραχος… – «Ρε θα με τρελάνεις; Ένα άλογο το έφτιαξε σου λέω δεν τρελαίνεσαι;» – «Δε μου λες ρε φιλάρα; Το άλογο ήταν άσπρο ή μαύρο;» Ρωτάει ο μάστορας. – «Ασπρο», απαντά ο τύπος. – «Πωπω κωλοφαρδία φιλαράκι! Καλά μιλάμε είσαι πολύ τυχερός. Κυκλοφοράει στην έρημο και ένα μαύρο που δεν ξέρει από αυτοκίνητα!»