Η πράσινη φούσκα


Ήταν ο Γιωρίκας, ο Κωστίκας, ο Νικολάκης και εγώ σε ένα αυτοκίνητο. Οδηγούσα, τρακάρουμε και πεθαίνουν όλοι εκτός από μένα. Στεναχωρέθηκα φοβερά και μετά από 2 χρόνια πέθανα. Στη πύλη του παραδείσου βλέπω τον Απόστολο Πέτρο. – Σε παρακαλώ άφησε με να πάω στον παράδεισο έστω για να πω συγνώμη στους φίλους μου για αυτό που έκανα. Με κοιτάει επίμονα ώσπου λέει: – Εντάξει αλλά πρόσεχε μην πατήσεις τη πράσινη φούσκα. Τον κοίταξα περίεργα και μου είπε πως θα καταλάβω. Στην πρώτη πόρτα του παραδείσου βλέπω τον Κωστίκα να πηδάει μια γριά ζαρωμένη σωστό χάλι. – Πως κατάντησες έτσι ρε Κωστίκα; – Ασε πάτησα την πράσινη φούσκα. Στη δεύτερη πόρτα βλέπω τον Γιωρίκα να πηδάει μια γριά χειρότερη από την πρώτη. – Ρε Γιορίκα εσύ ωραίο παιδί πως ξέπεσες έτσι; – Ασε πάτησα την πράσινη φούσκα. Στην τρίτη πόρτα βλέπω τον Νικολάκη να πηδάει μια 2μετρη μουνάρα, ξανθιά με γαλανά μάτια. – Ρε Νικολάκη τι γίνεται; Πως έτσι; Οπότε πετάγεται η ξανθιά και λέει. – Ασε ρε φίλε πάτησα τη πράσινη φούσκα!

30/01
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Η πράσινη φούσκα
Not safe for work
Click here to reveal