Ο τυφλοπόντικας

Ήταν τρεις γεωργοί και είχαν τις φυτείες τους γειτονικά. Κάποτε είχαν ζημιά στα σπαρτά τους, εξαιτίας ενός τυφλοπόντικα. Αποφάσισαν λοιπόν, να τον εξολοθρεύσουν. Αναλαμβάνει ο πρώτος. Τι παγίδες, φάρμακα, τίποτα δεν κατάφερε να πιάσει. Αναλαμβάνει ο δεύτερος, λέγοντας ότι θα τον πιάσει σίγουρα. Περνάει μια εβδομάδα, τίποτα. Αναλαμβάνει ο τρίτος και τελικά πιάστηκε ο τυφλοπόντικας σε φάκα. – «Να τον τιμωρήσουμε όπως του αξίζει», λέει ο πρώτος γεωργός. – «Σιγά, μη χάσουμε και άλλο χρόνο. Να τον κάψουμε, για να τελειώνουμε», λέει ο δεύτερος. – «θα τον αναλάβω εγώ», πετάγεται ο τρίτος. Πέρασε ο καιρός και κανείς δεν έμαθε τι απέγινε ο τυφλοπόντικας. Απόρησαν λοιπόν οι δύο γεωργοί και ρώτησαν τον τρίτο. – «Τελικά, τι τον έκανες εκείνο το τυφλοπόντικα;» – «Φίλοι μου, δεν μπορώ να σας πω. Είναι πολύ φρικαλέο.» – «Καλά του έκανες. Τόσες ζημιές μας έκανε. Όμως πες μας.» Τελικά, αφού επέμεναν τόσο πολύ και οι δύο, αποφάσισε να τους πει. – «Ξέρω ότι θα το νομίσετε πολύ βάναυσο, αλλά τον έθαψα ζωντανό!»