Ανάθεμα τη μάνα σου την αγριοχαρούπα,
Ανάθεμα τη μάνα σου την αγριοχαρούπα,
απου δεν μ’αφήνει να σε δω,με τα καινούργια ρούχα
Ανάθεμα τη μάνα σου την αγριοχαρούπα,
απου δεν μ’αφήνει να σε δω,με τα καινούργια ρούχα
Η βιόλα που ΄ναι δεξιά στην σκάλα όντε τη βγαίνεις
είναι κυρά μου αριστερά όντε τη καεβαίνεις.
Ξανοίγω σε ξανοίγεις με γελώ σου και γελάς μου
το κωλαράκι μου κουνάς και χάνω τα μυαλά μου
Εγνώρισα δυο κοπελιές από τον Άγιο Σύλα
η μια ήταν όμορφη και η άλλη ήταν σκύλα
Εσύνδεσα το Λάπ-Τόπ, με το ραβδιστικό μου.
Και μάζωξα όλες τσ’ ελιές, μέσα απού το χωριό μου!
Μια μύγα κρεατόμυγα εμπήκε μεσ το σπίτι
κ ‘από τη φόρα την πολύ χτυπά στο νεροχύτη.
Τα πρόβατά μου μάζωξα να σου τα κάμω δώρο,
γιατί παντρεύεσαι βοσκό κι όχι κανένα φλώρο!
Ότας με είδες στο ιντερνέτ να κατεβάζω τσόντες
στα ίσα δε μου θύμωσες μα μου μιλάς με σπόντες!
Τα μάτια σου είναι σαν αυγά τ’αυτιά σου σαν του χοίρου
και το υπόλοιπο κορμί οσά του κατσοχοίρου
Η μάνα σου όντε σε έκανε καλλιά τονε να κάνει
ενα κατσούλι μαλλιαρό τσι ποντικούς να πιάνει!