Πήρα το SUPRA κι έφυγα στα όρη σαν το ρίφι
Πήρα το SUPRA κι έφυγα στα όρη σαν το ρίφι
στην πρώτη σούζα που ‘κανα με κουβαλούσαν σπίτι
Πήρα το SUPRA κι έφυγα στα όρη σαν το ρίφι
στην πρώτη σούζα που ‘κανα με κουβαλούσαν σπίτι
Από παέ ως έτου δά κάνω να σου τη βάλω
τη χέρα μου στη τσέπη σου να πάρω ένα τσιγάρο.
Μαρή τσαρδέλα βρομερή και του κολιού εντέρι
και ξέπλυμα του βαρελιού σουργούνι ποιος σε θέλεί;
Δεν πάω μπλειό μου στα ωζά τα έχνη μπλειό δε βλέπω
τα μάθια μιας μελαχρινής παντώ και αμέντε(ν)έχω
Επιασε πάλι το χορό ο λύχνος με το φτύλι
κι οξωπίσω ακλουθά και το ξεφτιλιστήρι
Τα μαύρα που φορείς δεν τα φορείς για γούρι
τα βάνεις από λεβεντιά ανάθεμά σε βούι
Να την επάρει ο διάολος τη χήρα τη Λαμπούσκα
που μου’λεγε πως δε γεννά κι’αυτή γίνηκε φούσκα
Θα σατυρισω τη στιγμη μονο ετσι θα την ζησω,
θα προστατεψω την καρδια κι υστερα θα σ’αφησω.
Ευχαριστώ -η- το Θεό απου ‘καμε τα νιατα
μα ‘καμε και τα γεραθια …και τα ‘καμε σαλατα
Στου Καζαμία τη γραφή γράφει το ζώδιό σου
και γράφει πως μια ταχινή θε να με δείς ομπρός σου!