Τη βέργα μου επαντόνιαρα και πια δε βάνω βούργια
Τη βέργα μου επαντόνιαρα και πια δε βάνω βούργια,
γιατι ‘πες πως δε θές βοσκό αγάπη μου καινούργια
Τη βέργα μου επαντόνιαρα και πια δε βάνω βούργια,
γιατι ‘πες πως δε θές βοσκό αγάπη μου καινούργια
Σαν μου τη φέραν σκέφτηκα Μήτσο θα την πατήσεις
για να πατήσεις το κουμπί να τηνε ξεκουμπίσεις
Βάνουν κρασί, βάνουν ρακί γκαζόζα, λεμονάδα
για να τα πιω, να τρελαθώ να μου ‘ρθει η φιλενάδα
Κι έτσι π’ ακρίβηνε η ζωή σκοτώνονται λιγάκι
να κατεβούνε στο χωριό να μπει νερό στ’ αυλάκι
Εγώ σου πήρα μηχανή να ράβεις στα σαλόνια
όπου δεν ξέρουν τι θα πει η κουτσουνοβελόνα.
Οσο περνάει ο καιρός ρωτάς τον περβολάρη
θέλεις μια χούφτα τάλαντα μ’ αυτός ζητά τσουβάλι
Ούλοι με λένε κουζουλό μα ‘γω καλά κατέχω
όντε πεινώ τρώγω ψωμί κι όντε νυστάζω θέτω
Σελάτο βούι αγόραζε και γάιδαρο καμπούρη
γυναίκα λιανοκάμωτη και χοίρο μακρυμούρη
Τσι μαρωνιάς ο ποταμός κάνει ανεκουλουρίδες
να σου την κάμω θέλει ‘γω τη βράκα σου λουρίδες
Mαθάκια μου, Yδροχόε μου στάσου, υπάρχει λόγος
γιατί εγώ είμαι Zυγός το’πε κι ο αστρολόγος!