Το δάκρυ σβήνει τη φωτιά κά8ε καημού που καίει μα είναι λίγο και σαφή πρέπει κανείς να κλαίει!
Γυρνά του χρόνου ο τροχός σα το δαιμονισμένο κι εγώ κεράκι αφτούμενο στη δινη των ανέμω!!!
Και ο κότσιφος που ‘ναι πουλί και κείνος έχει πίκρα γι ‘αυτό του τάδωσε ο Θεός τα μαύρα και φορεί τα..
Ενός αγάλματος καρδιά στο μπέτη μου θα βάλω να μένει ασυγκίνητη μπρος στις χαρές των άλλω
Έγινα οργάνων δωρητής μα δωσα μόνο μάτια για δε μεταμοσχεύονται καρδιές που ‘ναι κομμάτια!
Φουριάδες αίγες οι χαρές φεύγουνε σα με δούνε κι οι πόπνοι σκύλοι μπιστικοί στο πόδα μου κλουθούνε!.
Κάθε πρωί απού ξυπνώ τα μαύρα ρούχα βάνω, γιατί κηδεύω τα όνειρα που κάθε βράδυ κάνω!
Ρωτώ τα αστέρια να μου πουν μ ‘εκείνα δε μου λενε που βρίσκεσαι να πάψουνε τα ματια μου να κλαινε
Επέρασα από τη ζωή, μα δεν επήρα πράμα εκτός από τα βάσανα τσι πίκρες και το κλάμα
Κακό δεν έκανα ποτέ καλό μονάχα κάνω, κι όμως δεν γνώρισα χαρές, στον κόσμο τον επάνω