Έφυγε εκείνο το πουλί που είχα συντροφιά μου κι έβαλα μαύρα στο κορμί και πένθος στην καρδιά μου
Δε βάνω μαύρα στο κορμί μα η καρδιά σε φτάνει που μαύρισε να σ’αγαπά κι ο κόσμος δε τη βάνει.
Φορώ τα μαύρα στο κορμί όχι γιατι μου πάνε αλλα γιατί εκπροσωπούν ανθρώπους που πονάνε.
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν όσοι κρατούν πιστόλι γι’αυτό στον Μηλοπόταμο μαύρα φορούνε όλοι
Τα μαύρα ρούχα τα φορούν αυτοί που αγαπούνε γι’αυτό στα άσπρα θα ντυθώ να μην μ’αντιληφθούνε
Μαυροπουκαμισάρηδες και μαυροφορεμένοι είναι αυτοί που έχουνε πιστή φιλιά χαμένη
Μαύρα δεν βάζω στο κορμί όχι πως δεν μου πάνε αφου τα φόρεσε η καρδιά στο σώμα περιτά ΄ναι
Στην αγκαλιά σου μια στιγμή βάλε με μαυροφόρα να πώ και εγώ πως πέρασα με την χαρά μιαν ώρα
Γιάντα μαυροφορέθηκες, μελαχρινή μου βιόλα, αγάπησες; δε ξέχασες; για πες μου ποιό απ’ όλα;
Οταν πεθάνω πείτε της μαύρα να μην φορέσει γιατί είν’ο θάνατος πικρός και θα την επονέσει