Ετσα που λιώνει το κορμί στο τάφο και σαπίζει
Ετσα που λιώνει το κορμί στο τάφο και σαπίζει
λιώνει κι ο κάθε δυστυχής την ώρα που χωρίζει
Ετσα που λιώνει το κορμί στο τάφο και σαπίζει
λιώνει κι ο κάθε δυστυχής την ώρα που χωρίζει
Στο θάνατο ή στο χωρισμό την ίδια στράτα παίρνεις
μόνο στον ένανε πονείς στον άλλο δε γιαγιέρνεις
Πανάθεμά σε χωρισμέ που δεν σε πιάνει τόπος
και ανάμεσα σε δυο καρδιές γίνεσαι δολοφόνος.
Θα φύγω μια γλυκιά αυγή κι ας λένε ότι θένε
γιατί τα είδες τακτικά τα μάτια μου να κλαίνε
Θαλασσοπούλια του γυαλού πέτε μου πού αρμενίζει
ποια κύματα τη δέρνουνε και πίσω δε γυρίζει
Συ μ’ έμαθες πώς αγαπούν πώς παίζουν πώς γελούνε
μάθε με τώρα δυο καρδιές πώς ζουν σα χωριστούνε
Ο χωρισμός σου μ’ έφερε στα πρόθυρα της τρέλλας
και μου ‘πανε πως το ‘μαθες μ’ αντίς να κλαις, εγέλας
Σαν το κεράκι της Λαμπρής που καίγεται και λιώνει
ετσά με κάψανε και με του χωρισμού οι πόνοι
Δεν το ‘πες με τα χείλη σου μα το ‘δειξες με τρόπους
γι’ αυτό και εγώ θα θεωρώ χαμένους μου τους κόπους
Πριν σε αφήσω μοναχή ένα θε να γνωρίζεις
πως αν ζητήσεις στήριγμα σε με να υπολογίζεις