Θα σ’ έβρω Kατερίνα μου θα πάω στη Nικολούλη
Θα σ’ έβρω Kατερίνα μου θα πάω στη Nικολούλη
και θα φωνάξω να’ ρθεις δα να το ακούσουν ούλοι
Θα σ’ έβρω Kατερίνα μου θα πάω στη Nικολούλη
και θα φωνάξω να’ ρθεις δα να το ακούσουν ούλοι
Ενα πουλί ‘χα στο κλουβί κι’από αφηρημάδα
ξεχνώ την πόρτα ανοιχτή και μπλιο δεν το ξανάδα
Δεν είδα απού τα χέρια τζη ούτε κουφό καρύδι
ήθελα και να κάτεχα που διάολο τα δίδει
Αμε να πεις της μάνας σου να μη με καταράται
γιατί γαμπρός της θα γενώ και θα στενοχωράται
Δώσε μου χίλες μαχαιριές και μιά με το σκαπέτι
μα αν δεν με θες αγάπη μου εγώ θ’αφήσω χαίτι.
Μια κουζουλή συνάντησα μα ήτανε τη νύχτα
και έτσα εγώ ενόμισα το ταίρι μου πώς βρήκα
Μ’ έκαψε και με κέντησε η μάνα σου η αρκούδα
που να καεί ως καίγουνε το Πάσχα τον Ιούδα.
Δεν αγοράζω υπολογιστή να βάλω στο μιτάτο
γιατί ξυδιάζει γρηγορα το γάλα των προβάτων.
Βιόλα να κόψω δε μπορώ όξω να παίξω πέτρα
γιατί ‘ναι το μπαλκόνι τζη άνω ‘πο τρία μέτρα.
Πως εξετρύπησε ο καιρός μ’έτσα κακοκαιρία
που να πνιγεί στο πέλαγος ήτον η ευκαιρία