Το μεγάλο πρόβλημα…
– Γιατρέ μου υποφέρω πολύ – Από τι; – Περιμένετε και θα σας δείξω. Πηγαίνοντας στην πόρτα την ανοίγει και φωνάζει στη γυναίκα του: – Μαρία, φέρε μέσα τη μαμά σου!
– Γιατρέ μου υποφέρω πολύ – Από τι; – Περιμένετε και θα σας δείξω. Πηγαίνοντας στην πόρτα την ανοίγει και φωνάζει στη γυναίκα του: – Μαρία, φέρε μέσα τη μαμά σου!
Ένας μαύρος περπατάει στη ζούγκλα με τον μικρό του γιο. Σε μια λίμνη, μία ξανθιά πανέμορφη κοπέλα, κάνει γυμνή μπάνιο. Ο μικρός μόλις την βλέπει, λέει όλος χαρά: – «Μπαμπά την τρώμε;» – «Όχι,» λέει ο πατέρας του. «Θα την πάρουμε σπίτι και θα φάμε τη μαμά σου.»
Ήταν μια κοπέλα που είχε αρραβωνιαστεί πρόσφατα και ένα βράδυ θα πήγαινε να κοιμηθεί στο σπίτι του αρραβωνιαστικού της. Τη συμβούλεψε λοιπόν η μάνα της. – Τώρα που θα πας στον αρραβωνιαστικό σου αυτός σίγουρα θα θελήσει να κοιμηθείτε μαζί. Αυτό, παιδί μου, δεν είναι και τόσο κακό. Αν όμως εκεί που θα σε φιλάει σου πιάσει το στήθος εσύ να του πεις: «Μη εδώ έχει αγκάθια και τσιμπάει.» Αν σε πιάσει πιο κάτω να του πεις: «Εδώ είναι φούρνος και καίει.» Κατάλαβες τι θα κάνεις κόρη μου; – Κατάλαβα, απάντησε η κόρη. Το βράδυ λοιπόν πήγε η κοπέλα στο σπίτι του αρραβωνιαστικού της κι όταν εκεί που τη φιλούσε προχώρησε το χέρι του και της έπιασε το στήθος αυτή του είπε: – Μην με πιάνεις εδώ. Εδώ έχει αγκάθια και θα τσιμπηθείς. Όταν πήγε να την πιάσει πιο κάτω του είπε πάλι: – Μην με πιάνεις ούτε εδώ. Εδώ είναι φούρνος και θα καείς. Τότε της είπε αυτός: – Ωραία, έχω ένα λουκάνικο να ψήσω. Την άλλη μέρα πήγε η κοπέλα στην μαμά της κι εκείνη την ρώτησε: – Τι έγινε κόρη μου; Έκανες ότι σου είπα; – Ότι μου είπες έκανα μάνα. Αλλα όταν του είπα ότι εδώ είναι φούρνος και καίει μου είπε ότι είχε ένα λουκάνικο να ψήσει. – Και τι έγινε κόρη μου; ρώτησε ταραγμένη η μάνα. – Τι να σου πω, ρε μάνα. Έγινε κάτι πολύ παράξενο. Όλη νύχτα έψηνε το λουκάνικο και το πρωί μου το δώσε ωμό να το φάω.
Μία γυναίκα ρωτάει τον άνδρα της:- Γιώργο, αν ένα λιοντάρι ορμούσε πάνω σε μένα και στη μητέρα μου, ποιον θα έσωζες πρώτον;Κι ο άνδρας της απαντά:- Μα και βέβαια το λιοντάρι!!!
Ένα ζευγάρι έχει δυο δίδυμα παιδιά, από τα οποία το ένα είναι κωφάλαλο. Μετά από συνεχείς επισκέψεις στους πιο διάσημους γιατρούς, η μάνα δέχεται τη μοίρα τους. Ο πατέρας, όμως, πέφτει σε βαθιά μελαγχολία. Φεύγει από το σπίτι και αρχίζει να γυρνάει ρακένδυτος. Η γυναίκα του με τη βοήθεια ενός συναδέλφου του, τον βρίσκει μετά από μήνες κάτω από μια γέφυρα. – «Ρε Κώστα, τι πράματα είναι αυτά που κάνεις;», του λέει ο συνάδελφός του. – Τι να κάνω, ρε Τάκη; Το παιδί μου θα μείνει μουγγό και κουφό για όλη του τη ζωή. Με τι κουράγιο να ζήσω;». – «Σώπα, ρε! Εγώ ξέρω μια τσιγγάνα, που τα γιατρεύει όλα». Ο Κώστας παίρνει κουράγιο, μαζεύει όλες του τις οικονομίες και πάει να βρει την τσιγγάνα: – «Θα ανέβεις στο βουνό, θα μαζέψεις τσάι και θα το δώσεις καυτό στο παιδί την πιο κρύα νύχτα του χειμώνα. Μετά θα το βουτήξεις 3 φορές στην παγωμένη θάλασσα. Μπορεί να πονέσει, αλλά η γλώσσα του θα πηγαίνει ροδάνι!». Ο Κώστας κάνει ότι του είπε η τσιγγάνα. Το πιο κρύο βράδυ του χειμώνα βράζει το τσάι και το δίνει στο παιδί. Μετά, ενώ εκείνο ουρλιάζει από τους πόνους, το παίρνει, το βάζει στο αμάξι και το πηγαίνει στη θάλασσα. Το βουτάει μια…»Μπαααα!», το βουτάει δυο…»Μααααα!», το βουτάει τρεις…»Μαλάκααααααααα!». Έκπληκτος, παίρνει το παιδί, το τυλίγει σε μια κουβέρτα, το βάζει πάλι στο αμάξι και ξεκινά για το σπίτι. Μόλις φτάνει, βλέπει τη γυναίκα του στην πόρτα να τον κοιτά με ειρωνικό ύφος: – «Τι έγινε;», τον ρωτά. – «Γυναίκα, δε θα το πιστέψεις! Το παιδί μίλησε! Με είπε μαλάκα!». – «Καλά σου είπε, αφού πήρες το άλλο μας παιδί!»
Μια φορά ήταν ένας παπάς και μια παπαδιά. Ο παπάς είχε πρόβλημα με το πόδι του. Πάει στον ιατρό και ο ιατρός του λέει: – «Πρέπει να κάνεις εγχείρηση.» Κατά την ώρα της εγχείρησης χάνουν το ένα οστό, και να γίνεται πανικός μέσα στο χειρουργείο. Τέλος πάντων βάζουν ένα κρεμμύδι στη θέση του οστού. Μετά από ένα μήνα πάει ο παπάς στον ιατρό. Λέει ο παπάς τότε στον ιατρό: – «Γιατρέ μου πήγε τίποτες στραβά με την εγχείρηση μου;» τότε του λέει ο γιατρός: – «Μάλιστα βάλαμε στην θέση του οστού σας ένα κρεμμύδι.» και απαντάει ο παπάς: – «Α! για αυτό όταν πηδούσα την παπαδιά δάκρυζαν τα μάτια της.»
Ένα αγοράκι ρωτά τον πατέρα του: Μπαμπά πόσο στοιχίζει να παντρευτεί κανείς; και ο πατέρας απαντά: Δεν ξέρω αγόρι μου, εγώ πάντως ακόμα το πληρώνω…
Μια κυρία αγοράζει ένα πανάκριβο φόρεμα. Ο έμπορος παίρνει τα χρήματα που του δίνει η κυρία και με απορία τη ρωτά: – Γιατί είναι βρεγμένα τα χρήματα; Και εκείνη: – Είναι από τα δάκρυα που έχυσε ο άνδρας μου, όταν μου τα έδινε!
Πάει ο Θανάσης στο αφεντικό του και του λέει ότι η γυναίκα του αποφάσισε να κάνει γενική καθαριότητα στο σπίτι και χρειαζότανε τη βοήθειά του, για να καθαρίσουν το υπόγεια, τα πατάρια, να τινάξουν τα χαλιά και να σουλουπώσουν τον κήπο. – Θανάση, σε χρειάζομαι εδώ, λέει τ αφεντικό. Δεν μπορώ να σου δώσω άδεια για αύριο. – Ευχαριστώ αφεντικό, λέει ο Θανάσης. Το ήξερα ότι μπορώ να βασίζομαι επάνω σου!
– Έμαθα ότι πήρες το έκτο σου διαζύγιο. Είναι αλήθεια; – Να σου πω… Σκέφτηκα ότι ήταν ευκολότερο αντί να προσπαθώ να αλλάξω τον κακό χαρακτήρα της γυναίκας μου, να αλλάξω την ίδια!…