Ο τσογλανάκος είναι στο σαλόνι και παίζει με το τραινάκι του, η μαμά στην κουζίνα κάνει δουλειές.Τσαφ τσουφ το τραινάκι, κάνει μια διαρκή φασαρία. Σε κάποια στιγμήσταματάει και ακούγεται ο μικρός:- «Όσοι παπάρες θέλουν να κατέβουν, να τσακιστούν γιατί αυτή η κωλ**τάση είναι η τελευταία. Όσοι μαλ**ες θέλουν να ανέβουν να το κάνουν γρήγορα για να αναχωρήσει καμιά ώρα η γαμη**νη η αμαξοστοιχία!Τα ακούει αυτά η μαμά, συγχύζεται, τρέχει στο σαλόνι, πιάνει τον μικρό από το αυτί και του λέει:- «Πήγαινε αμέσως στο δωμάτιο σου και κάτσε μέσα για δυο ώρες τιμωρία. Μετά θα βγεις και θα παίξεις μόνο αν ...
Read more
Διάλογος μεταξύ πατέρα και γιου: — Στη ζωή, παιδί μου, πρέπει να κάνουμε το καθήκον μας και μετά να μη δίνουμε σημασία ότι κι αν γίνει! — Εντάξει μπαμπά! Έκανα το καθήκον μου στην χημεία και τώρα δε δίνω καμιά σημασία στο «μηδέν» που μου έβαλε ο δάσκαλος.
Ο δάσκαλος: Κωστάκη, κλείνε μου το ρήμα τρέχω.Και ο Κωστάκης: τρέχω, έτρεχα, σκόνταψα, έπεσα. Χτύπησα, έκλαψα, σηκώθηκα και έφυγα.
Ο πατέρας , η μητέρα και το μικρό παιδάκι κάθονται μπροστά στην τηλεόραση παρακολουθώντας κάποιο πρόγραμμα . Το μικρό , όπως όλα τα παιδιά , είναι πολύ περίεργο ως συνήθως και συνέχεια ρωτάει τον μπαμπά του για το καθετί που βλέπει .- Μπαμπά γιατί γίνεται εκεί πόλεμος ;- Δεν ξέρω παιδί μου .- Μπαμπά γιατί αυτός σκότωσε την μητέρα του ;- Δεν ξέρω παιδί μου .- Μπαμπά γιατί έπεσε αυτό το αεροπλάνο ;- Δεν ξέρω παιδί μου . (γκρρρρρρρρρρρρρ…)Η μητέρα κάποια στιγμή απευθυνόμενη στο παιδί της του λέει :- Γιωργάκη παιδί μου μην τον ζαλίσεις συνέχεια τον πατέρα σου με ...
Read more
Η μικρή Λουκία παρακολουθούσε τη μαμά της, που καθάριζε πατάτες. Κάποια στιγμή ρωτάει η μικρή Λουκία: – Γιατί, καλέ μαμά, μερικές τρίχες απ τα μαλλιά σου είναι άσπρες; – Όταν είσαι άτακτη, λέει η μαμά, και με στενοχωρείς και με κάνεις να κλαίω, μια τρίχα απ τα μαλλιά μου αλλάζει χρώμα και γίνεται άσπρη. – Α ναι; κάνει η μικρή Λουκία. Και της γιαγιάς τα μαλλιά γιατί είναι κάτασπρα
Πάει ο Τοτός στη μητέρα του: – «Μαμά, δώσε μου ένα δεκαχίλιαρο.» – «Με τίποτα», του απαντάει. – «Καλά, τότε δε θα σου πω τι είπε ο μπαμπάς στην καθαρίστρια.» Τότε τρέχει η μαμά του και αφήνει ένα δεκαχίλιαρο πάνω στην τσάντα του. – «Ωραία, λέγε τώρα τι της είπε.» – «Ρε Σούλα, σιδέρωσε το πουκάμισό μου!»
Στην τάξη γίνεται πολλή φασαρία και ο δάσκαλος αγανακτισμένος φωνάζει: – Θα σταματήσετε ή θα τιμωρήσω κανέναν; – Όχι, λέει κάποιο παιδί. – Ποιος είπε το όχι; ρωτά έξαλλος ο δάσκαλος; – Ο Μεταξάς!
Ο μπέμπης στο μεγαλύτερο αδερφό: – Αποστόλη, θα μου δώσεις τλία παγωτίνια; – Δεν σου δίνω τίποτα! – Γιατιιιιί; – Αν δεν πεις «τρία» αντί για «τλία» παγωτίνια δεν παίρνεις. – Καλά τότε. Δώσε μου πέντε!
Ο μικρός Κωστάκης γυρνάει την πρώτη μέρα από σχολείο. – Σας έμαθαν τίποτα παιδί μου σήμερα; τον ρωτάει η μητέρα του. – Τίποτα. Αφού, να φανταστείς, πρέπει να πάω κι αύριο!
Καθώς ο Τοτός προχωρούσε με τη γιαγιά του βρίσκει κάτω ένα κατοστάρικο και ρωτάει τη γιαγιά του: – «Γιαγιά, να το πάρω;» Και αυτή: – «Ότι βρίσκουμε κάτω δεν το παίρνουμε.» Προχωρούν και στο δρόμο βρίσκει ένα χιλιάρικο και ξαναρωτάει: – «Γιαγιά, να το πάρω;» Και η γιαγιά του είπε: – «Τι σου είπα Τοτέ;» Προχωρούσαν και μόλις ανέβαιναν κάτι σκαλιά η γιαγιά σκοντάφτει, πέφτει και λέει στον Τοτό: – «Τοτέ, σήκωσε με παιδί μου.» Και αυτός: – «Αφού γιαγιά είπες ότι βρίσκουμε κάτω να μην το παίρνουμε!»