Ποντιακα ανεκδοτα
Γιατί οι Αμερικάνοι είναι ηλιθιοδέστεροι των Ποντίων;
Διότι είναι Υπερπόντιοι!
Γιατί έδιωξαν τον Κωστίκα από το ζαχαροπλαστείο που δούλευε;
Γιατί χτένιζε τα κανταΐφια, καθόταν στα καναπεδάκια και ξεσκόνιζε τους κουραμπιέδες.
Γιατί Γιωρίκα μου ;
Ο Χανς ( Γερμανός ) , ο Ρομπέρτο ( Ιταλός ) και ο Γιωρίκας εργάζονται σε μία οικοδομή . Την ώρα του διαλείμματος για φαγητό , παίρνουν τα καλαθάκια τους , κάθονται στην άκρη και …Λέει ο Χανς ανοίγοντας το δικό του » Όχι πάλι λουκάνικα βαρέθηκα . Αν και αύριο έχει λουκάνικα θα αυτοκτονήσω «Ανοίγει ο Ρομπέρτο το δικό του και λέει » Όχι πάλι σπαγγέτι φτάνει . Αν και αύριο έχει σπαγγέτι θα αυτοκτονήσω «Ανοίγει και ο Γιωρίκας το δικό του και βλέποντας το σάντουιτς που είχε μέσα λέει » Αύριο αν έχει πάλι σάντουιτς αυτοκτονώ «Την άλλη μέρα την ώρα πάλι του διαλείμματος , ο Χανς ανοίγει το καλαθάκι του βλέπει μέσα τα λουκάνικα και πέφτει στο κενό από τον 13ο όροφο της οικοδομής . Ο Ρομπέρτο βλέποντας τη μακαρονάδα κάνει το ίδιο .Ο Γιωρίκας ανοίγει το καλάθι , βλέπει το σάντουιτς κοντοστέκεται , αλλά τελικά πέφτει και αυτός .Την επόμενη μέρα στο νεκροταφείο την ώρα που γινόταν η κηδεία των τριών φίλων η γυναίκα του Χανς κλαίγοντας φώναζε : » Γιατί Χανς μου το έκανες αυτό ; Δεν μου έλεγες ότι δεν θέλεις άλλα λουκάνικα να σου έφτιαχνα κάτι άλλο ; » . Η γυναίκα του Ρομπέρτο μία απ τα ίδια» Γιατί Ρομπέρτο μου δεν έλεγες ότι τέρμα τα μακαρόνια φτιάξε μου κάτι άλλο » .Η γυναίκα του Γιωρίκα απαρηγόρητη φώναζε » Γιατί Γιωρίκα μου , γιατί κολώνα του σπιτιού μου , γιατί μου το κάνες αυτό Γιωρίκα μου , γιατί Γιωρίκα μου , ΜΟΝΟΣ σου τα έφτιαχνες τα σάντουιτς Γιωρίκα μου «
Γιατί αρέσει στους Πόντιους να τους πιάνουν τη μύτη;
Γιατί έχουν ακούσει ότι το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται!
Γιατί άλλωστε ;
Γιατί οι Πόντιοι δεν πάνε διακοπές ;- Γιατί στο βουνό οι τιμές είναι πολύ ψηλές και στη θάλασσα πολύ αλμυρές …….Γιατί ο μικρός Πόντιος σκότωσε τους γονείς του ;- Για να πάει εκδρομή με το ……… ορφανοτροφείο !Γιατί οι Πόντιοι αγοράζουν γερά κρεβάτια ;- Για να κάνουν……. βαρύ ύπνο !
Γιατί;
-Γιατί οι Πόντιοι όταν παίρνουν γάλα απο το Σούπερ Μάρκετ το ανοίγουν εκεί;Γιατί γράφει Open Here!!!
Γιατί, γιατί, γιατί…
Τρεις αγαπημένοι φίλοι ένας Ιταλός, ένας Γερμανός κι ένας Πόντιος δουλεύουν σε μία οικοδομή. Μόλις χτυπάει το καμπανάκι για κολατσιό βγάζουν ο καθένας το τάπερ του για να φάνε. Ο Γερμανός λοιπόν βλέποντας το φαγητό που του έχει φτιάξει η γυναίκα του λέει: όχι ρε γαμώτο, πάλι λουκάνικο Φρανκφούρτης θα φάω; Αν κι αύριο έχω το ίδιο φαγητό θα πέσω από την οικοδομή να σκοτωθώ! Ανοίγει και ο Ιταλός το τάπερ του, βλέπει το σπαγγέτι που του έφτιαξε η γυναίκα του και λέει: όχι ρε γαμώτο πάλι σπαγγέτι θα φάω σήμερα; Αν αύριο έχω το ίδιο κολατσιό θα πέσω κι εγώ από την οικοδομή. Ανοίγει κι ο Πόντιος και βλέπει κι αυτός το κολατσιό του και λέει: όχι ρε γαμώτο πάλι σάντουιτς θα φάω σήμερα; αν αύριο είναι το ίδιο κολατσιό θα πέσω κι εγώ από την οικοδομή να σκοτωθώ! Την άλλη μέρα δυστυχώς το κολατσιό όλων ήταν το ίδιο οπότε οι τρεις ορκισμένοι φίλοι ένας-ένας με τη σειρά του έπεσαν από την οικοδομή και σκοτώθηκαν. Στην κηδεία η χήρα του Γερμανού οδυρόμενη φώναζε: «Aχ αντρούλη μου γιατί δεν μου το έλεγες ότι ήθελες άλλο φαγητό να σου φτιάξω;». Η γυναίκα του Ιταλού κι αυτή κλαίγοντας φώναζε: «Aχ αντρούλη μου γιατί δεν μου είπες πως είχες βαρεθεί το σπαγγέτι να σου φτιάξω κάτι άλλο;» Και η γυναίκα του Πόντιου: «Aχ Γιορίκα μου γιατί; αχ αντρούλη μου γιατί; γιατί; γιατί; αφού μόνος σου το έφτιαχνες!!!»
Γερμανοί και Πόντιοι
Ήταν τρεις Πόντιοι και έτρεχαν να σωθούν από τρεις Γερμανούς. Ξαφνικά εκεί που έτρεχαν, βλέπουν μπροστά τους ένα πηγάδι. – «Γρήγορα να μπούμε μέσα να κρυφτούμε», λένε, και μπαίνουν. Μετά από κανένα 5λεπτο έρχονται και οι Γερμανοί και κάθονται πάνω από το πηγάδι. – «Ωχ!» λένε οι Πόντιοι. – «Τώρα την κάτσαμε. Για να μην μας καταλάβουν, το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να ακούμε τι θα λένε και να κάνουμε την ηχώ. Έτσι θα πιστεύσουν ότι το πηγάδι είναι άδειο.» Συμφωνούνε τελικά να το κάνουνε. Αρχίζει λοιπόν να μιλάει ο πρώτος Γερμανός. – «Πού να πήγαινε; Μήπως πήγαν στο βουνό;» Κάνει κι ο πρώτος Πόντιος: – «Μήπως πήγαν στο βουνό, στο βουνόοοοο;» Λέει ο δεύτερος Γερμανός: – «Μήπως μπήκαν στο πηγάδι;» Κάνει κι ο δεύτερος Πόντιος: – «Μήπως μπήκαν στο πηγάδι, στο πηγάααδιιι;» Λέει κι ο τρίτος Γερμανός: – «Ας ρίξουμε μια χειροβομβίδα να βεβαιωθούμε!» Κάνει κι ο τρίτος Πόντιος: – «Μήπως πήγαν στο βουνοοό;»
Βρήκα χώρο και το γύρισα
Δύο Πόντιοι ανεβαίνουν ένα βουνό με το αυτοκίνητο, αλλά κατά περίεργο τρόπο, ανεβαίνουν με την όπισθεν. Καθώς ανεβαίνουν, τους σταματάει κάποιος δασοφύλακας, όπου έκπληκτος ρωτάει τον οδηγό: – «Συγνώμη, να σε ρωτήσω κάτι; Γιατί ανεβαίνεις το βουνό με την όπισθεν;» Και άνετος ο οδηγός απαντάει: – «Πάω έτσι, γιατί ο δρόμος είναι πολύ στενός και μετά δεν θα βρω χώρο να το γυρίσω!» – «Μωρέ μπράβο!!!», απαντάει ο δασοφύλακας και φεύγει κουνώντας το κεφάλι. Σε κάμποση ώρα, οι δύο Πόντιοι κατεβαίνουν το βουνό, αλλά πάλι με την όπισθεν. Τους ξανασταματάει λοιπόν ο δασοφύλακας και τους ρωτάει: – «Καλά με δουλεύετε; Τώρα, γιατί κατεβαίνετε πάλι με την όπισθεν;» Και ο Πόντιος απαντάει: – «Ε και τι να έκανα; Βρήκα χώρο και το γύρισα.»