Πρέπει να κάνουν οι γυναίκες παιδιά πάνω από τα σαράντα;
Όχι, τα σαράντα φτάνουν.
Όχι, τα σαράντα φτάνουν.
Ήταν ένας νταλικέρης όπου είχε καιρό να κάνει έρωτα και δεν ήξερε τι να κάνει. Εκεί λοιπόν που προχωρούσε βρίσκει ένα τσαντίρι. – Α! Ωραία θα κάνω τη δουλειά μου με τσιγγάνες. Μπαίνει μέσα και βρίσκει ένα χοντρό τσιγγάνο να κοιμάται. – Θα βολευτώ με τον χοντρό και θα του αφήσω για αμοιβή ένα κιβώτιο μπίρες Μπύρες. Αυτό συνεχιζόταν για μια εβδομάδα, πάλι με μπύρες ως αμοιβή για τον χοντρό που δεν καταλάβαινε τίποτα από το βαθύ ύπνο. Σε μια φάση πάει ο τσιγγάνος στο περίπτερο και λέει: -» Ρε περιπτερά δώσε μου ένα κιβώτιο μπύρες μάρκα ΧΧΧΧΧ, γιατί με τις Μπύρες τσούζει ο κ…ς μου!»
– Σηκώνουν τα πόδια τους, ώστε να μπορεί να σκουπίσει η γυναίκα!
Ένας Πόντιος καλεί τον αριθμό της Ολυμπιακής: – «Ολυμπιακή λέγετε», απαντάει η υπάλληλος. – «Παρακαλώ, πόση ώρα διαρκεί η πτήση για Νέα Υόρκη;» ρωτάει ο Πόντιος. – «Ένα λεπτό παρακαλώ…..», απαντά πάλι η υπάλληλος. – «Ευχαριστώ πολύ!», λέει ο Πόντιος κλείνοντας το τηλέφωνο.
Ο ταρίφας κατεβαίνει τη Συγγρού. Ένας τύπος με μια βαλίτσα του κάνει νόημα. Σταματάει ο ταρίφας και ρωτάει:
– Που πας, ρε μεγάλε;
– Στο Βερολίνο!, λέει αυτός.
– Έμπα!, απαντάει ο ταρίφας.
Μετά από… τρεις μέρες και ενώ το κοντέρ έχει γράψει 1000 ευρώ, φτάνουν στο Βερολίνο. Κατεβαίνει ο τύπος και ο ταρίφας πάει να φύγει. «Ωραία θα ήταν», λέει από μέσα του, «να βρίσκαμε τώρα και κανέναν για την επιστροφή, ε;». Εκεί που το λέει, τσουπ, βλέπει έναν τύπο να του κάνει νόημα!
– Πού πας, ρε γίγαντα;, τον ρωτάει.
– Στη… Γλυφάδα, λέει αυτός.
– Έμπα, λέει ο ταρίφας και ξεκινάνε.
Πέντε χιλιόμετρα πιο πέρα, ο ταρίφας βλέπει κι άλλον να του κάνει νόημα.
– Να τον πάρουμε, άμα λάχει;, ρωτάει για το τυπικό βέβαια, σταματάει και ρωτάει:
– Πού πάμε ρε γίγαντα;
– Στου… Ζωγράφου!, λέει ο τύπος. Και ο ταρίφας:
– Μπα. Εμείς πάμε… παραλία!