Ο ιεροκήρυκας
Ο καινούργιος ιεροκήρυκας εμφανίζεται παραμονές Χριστουγέννων, στη Μητρόπολη Αθηνών, που τον διόρισαν, όπου τον καλωσορίζει ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, Του προτείνει μάλιστα να κάνει και το πρώτο κήρυγμα. -Έχω τρακ.? λέει εκείνος. – Κανένα πρόβλημα, λέει ο Αρχιεπίσκοπος. Υπάρχει εδώ, από τη Θεία Κοινωνία, μπόλικη μαυροδάφνη. Πιές ένα ποτήρι και ανέβα στον άμβωνα. Έτσι και έγινε. Ο ιεροκήρυκας ανέβηκε, μίλησε και όταν τελείωσε, τρέχει με αγωνία στο Ιερό, για να ακούσει εντυπώσεις από τον κ. Χριστόδουλο. – Πως τα πήγα; – Καλά, μόνο που έκανες μερικά λαθάκια.. – Λαθάκια; Ποια λαθάκια; – Ο Ηρώδης τα 14.000 παιδιά δεν τα γ***σε, τα έσφαξε! Τον Χριστό δεν τον τουφεκίσανε, τον σταυρώσανε… Όταν τελειώνουμε το κήρυγμα λέμε «Αμήν», δεν φωνάζουμε «Όλε»! Και τελειώνοντας, κατεβαίνουμε κανονικά τα σκαλιά από τον άμβωνα, δεν κάνουμε τσουλήθρα στο κάγκελο..
Τι διαφορά έχει ο Πόντιος Πιλάτος από τον Πόντιο Πιλότο;
Ενα γράμμα.
Tσεκάπ
Ένας δεν αισθάνεται καλά, πάει στο γιατρό για τσεκάπ. Έρχεται ο γιατρός με τα αποτελέσματα.- Δυστυχώς έχω πολύ κακά νέα. Είσαι βαριά άρρωστος! Σου μένει ελάχιστος χρόνος ζωής!- Γιατρέ μου! Πόσος χρόνος μου μένει;- Δέκα- Δέκα, τι; Μήνες; Βδομάδες; Τι;- Εννιά… οχτώ…
Ημουν αϊτός και πέτουνα μα σπάσαν τα φτερά μου
Ημουν αϊτός και πέτουνα μα σπάσαν τα φτερά μου
ο πόνος η-του χωρισμού μου τα ‘σπασε κερά μου
Καρδιά μου αλλαξοδρόμησε και μην το βάζεις κάτω
Καρδιά μου αλλαξοδρόμησε και μην το βάζεις κάτω
δεν περπατούνε χαμηλά οι άνδρες των αρμάτων
Κάμπινγκ
Ένας τύπος εκεί που καθότανε στο μπαρ βλέπει ένα φωτογράφο να πλησιάζει. Αφού πλησίασε αρκετά ο τύπος ρωτάει τον φωτογράφο « αν ξυπνήσεις σε ένα δάσος και αφού ξύσεις τον κώλο σου διαπιστώνεις ότι έχεις βαζελίνη, θα το πεις σε κανένα;» «Φυσικά όχι» λέει ο φωτογράφος «τώρα» λέει ο τύπος «αν ψάξεις ερευνητικά στον κώλο σου και βρεις ένα προφυλακτικό θα τολμήσεις να το πεις σε κάποιον» «τι λες τώρα» λέει ο φωτογράφος «σίγουρα δεν θα το πω σε κανένα» και ο τύπος του προτείνει «θέλεις να πάμε κάμπινγκ;»
Η αγάπη τζη αϊπλίκι μου τα μάθια τζη ελπίδα
Η αγάπη τζη αϊπλίκι μου τα μάθια τζη ελπίδα
μα θα τελειώσω το Τ.Ε.Ι να βρω μαζί της γλύκα
Πατέρας και υιός
Πατέρας και υιός, βέροι νεϋορκέζοι, κατεβαίνουν στο Μανχάτταν. Πλησιάζουν στο μνημείο που έχει αντικαταστήσει τους δίδυμος πύργους και ο πατέρας λέει στο γιό του: – Εδώ γιέ μου, ήταν οι δίδυμοι πύργοι. – Και τι ήταν οι δίδυμοι πύργοι;, ρωτάει με απορία ο μικρός. – Οι δίδυμοι πύργοι ήταν δύο τεράστιοι ουρανοξύστες που ήταν εδώ μέχρι το 2001. Τότε έκαναν επίθεση οι Αραβες και τους κατέστρεψαν. Ο μικρός, πάλι με απορία ρωτάει: – Και τι είναι οι Αραβες;