Αισθητή…απουσία
Μια πόντια παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα: – «Μήπως βρήκατε την ομπρέλα μου που την έχασα χτες;» – «Πότε το αντιληφθήκατε;», τη ρωτάει ο αστυνομικός. – «Όταν επιχείρησα να την κλείσω!»
Μια πόντια παρουσιάζεται στο αστυνομικό τμήμα: – «Μήπως βρήκατε την ομπρέλα μου που την έχασα χτες;» – «Πότε το αντιληφθήκατε;», τη ρωτάει ο αστυνομικός. – «Όταν επιχείρησα να την κλείσω!»
Πάει κάποιος σε ένα μαγαζί με αποκριάτικες στολές για να ντυθεί Αδάμ. Ο πωλητής τσακίζεται να τον εξυπηρετήσει και του δίνει ένα φύλλο συκιάς. Αφού το δοκιμάζει ο τύπος ξεπροβάλει από το παραβάν και ευγενικά ζητάει το μεγαλύτερο μέγεθος επειδή αυτό του έπεφτε κομματάκι μικρό. Αμέσως ο πωλητής του φέρνει το μεγαλύτερο μέγεθος, όμως κι αυτό του ήταν μικρό. Ο πωλητής γεμάτος απορία του λέει: – Μισό λεπτό να κοιτάξω στο πατάρι μήπως μας έχει μείνει το XX-Large. Μετά απο λίγο εμφανίζεται κατά-ιδρωμένος και του το δίνει. Περιμένει με αγωνία να δει το αποτέλεσμα οπότε και εμφανίζεται ο τύπος ξανά απογοητευμένος να του λέει πως ούτε κι αυτό του κάνει. Τότε ο πωλητής φανερά εκνευρισμένος τον ρωτάει: -Δηλαδή ρε φιλαράκι τι θες να μας πεις ότι έχεις μεγάλα αρχίδια; – Ε μάλλον, απαντάει κάπως αμήχανα ο πελάτης. – Τότε ρίξτα στη πλάτη σου, βάλε και το πούτσο σου στο στόμα και ντύσου βατραχάνθρωπος!
Ήταν ένας τύπος που ήθελε να κάνει αγοραίο έρωτα αλλά βαριόταν να πάει σε οίκο ανοχής και είπε να πάρει τηλέφωνο να του στείλουν μία στο σπίτι. Εκεί που παίρνει τηλέφωνο μπερδεύονται οι γραμμές και σηκώνει το τηλέφωνο μια καλόγρια λέγοντας: «Εδώ μονή». Και ο άλλος απαντά: «Εδώ Πότσος»
Σπάει κάποια σωλήνα στο σπίτι ενός γιατρού, οπότε ο γιατρός αναγκάζεται να καλέσει έναν υδραυλικό. Βρίσκει κάποιον και αφού διορθώνει τη ζημιά, του ζητάει 20.000 δραχμές. Ο γιατρός τότε του λέει: – «Τι λες ρε παιδί μου; Εγώ που είμαι γιατρός και δε βγάζω τόσα πολλά σε τόση λίγη ώρα.» Και ο υδραυλικός του απαντάει: – «Γιατί τα έβγαζα εγώ, όταν ήμουν γιατρός;»
Ήταν ένας βοσκός και είχε μια στάνη. Κάποτε αγόρασε ένα γουρουνάκι και το μεγάλωνε με μεγάλη αγάπη. Όταν όμως έφτασε ο καιρός να το σφάξει το λυπότανε. Έτσι λοιπόν αποφάσισε να το αφήσει ελεύθερο. Το πάει και το αφήνει στα εκατό μέτρα από τη στάνη, γυρίζει πίσω και το γουρουνάκι ήταν εκεί. Το πάει στα πεντακόσια μέτρα, γυρνάει, το γουρουνάκι πάλι εκεί. Το πάει στο ένα χιλιόμετρο, γυρνάει, το γουρουνάκι πάλι εκεί. Το πάει κάτω στην πόλη, το αφήνει, γυρνάει, και πάλι εκεί το γουρουνάκι. Το πάει στο αεροδρόμιο το βάζει σε ένα αεροπλάνο, το αεροπλάνο φεύγει, γυρνάει πίσω πουθενά το γουρουνάκι. Πέφτει σύρμα ότι ο Ρίκι Μάρτινθα έρθει στην Ελλάδα. Το μαθαίνει όλος ο κόσμος και γίνετε μια κοσμοσυρροή στο αεροδρόμιο. Πανό, συνθήματα, κοπέλες να φωνάζουν Ρίκι- Ρίκι, τις κακομοίρας. Φτάνει το αεροπλάνο, ανοίγει η πόρτα και βγάνει ο Τόνυ Μπλερ. Απογοητεύεται ο κόσμος και φεύγει. Την δεύτερη μέρα το ψιλολένε και τα ραδιόφωνα, μαζεύεται πιο πολύς κόσμος, πάλι πανό, πάλι συνθήματα, φτάνει το αεροπλάνο ανοίγει η πόρτα και βγαίνει ο Σαντάμ Χουσεΐν. Τσαντίλες από τον κόσμο, πετιούνται ντομάτες, τέλος πάντων φεύγουν πάλι. Την τρίτη μέρα, έχει ανακοινωθεί παντού πια, κανάλια τηλεόρασης, ραδιοφωνικοί σταθμοί, εφημερίδες, όλοι το λένε και το ξαναλένε. Λαός λοιπόν και πάλι στο αεροδρόμιο, πιο πολύς αυτή τη φορά, πανό, βεγγαλικά, συνθήματα, φωτοβολίδες, κον φετί, ένας πανικός. Φτάνει το αεροπλάνο, προσγειώνεται, ανοίγει η πόρτα και βγαίνει το γουρουνάκι.
Πάνε δύο άλογα στο ταμείο του θεάτρου να κόψουν εισιτήρια -Σας παρακαλούμε, δύο εισιτήρια για την βραδινή παράσταση -ΘΕΕ ΜΟΥ, εσείς μιλάτε !!!!!!!!!!! -Ναι, αλλά σας υποσχόμαστε ότι δεν θα βγάλουμε κιχ στην παράσταση
Τις πρώτες μέρες της άνοιξης, μια σαρανταποδαρούσα συναντιέται με ένα σαλιγκάρι, που έχει αρχίσει να σκαρφαλώνει σε μια κερασιά. – Μην κάνεις τον κόπο να προχωρήσεις το συμβουλεύει η σαρανταποδαρούσα. Δεν υπάρχουν ακόμα κεράσια εκεί πάνω. – Μη νοιάζεσαι για μένα, της λέει το σαλιγκάρι, όταν φτάσω στην κορυφή θα είναι πια και ώριμα…!