Σκωτσέζικο πλοίο
Βλέπεις αυτό το πλοίο; Είναι σκωτζέζικο! – Και πού το ξέρεις; – Μα δεν βλέπεις ότι δεν πετάει κανένας γλάρος από πάνω του;
Βλέπεις αυτό το πλοίο; Είναι σκωτζέζικο! – Και πού το ξέρεις; – Μα δεν βλέπεις ότι δεν πετάει κανένας γλάρος από πάνω του;
Πέντε λεφτά πρωτύτερα ν’άνοιγα τα φτερά μου
θελ’αποφύγω τη φωθιά που’καψε την καρδιά μου
-Είδα την πιο περίεργη τσόντα ever. Η τύπισσα πήγαινε με τρεις μαύρους και μετά με έναν Κινέζο.
-Και ο τίτλος;;
-«Κάθε τρεις και λίγο».
Αναθεμα το ιντερνετ και τη τεχνολογια
πριν το γνωρισω ημουνα με μια χαρα υγεια
Έλα ΑΛΕΚΟ!
Πεθαίνουν τρεις φίλοι, ο Κώστας, ο Νίκος και ο Γιάννης και πηγαίνουν στην Κόλαση. Εκεί τους περιμένει ο διάβολος. Εκείνη τη στιγμή ανοίγει μία πόρτα και βλέπουν και οι τρεις μία γυναίκα κακάσχημη, βρώμικη, πολύ χοντρή και πολύ κοντή. Λέει ο διάβολος:
– Κώστα, αμάρτησες και γι” αυτό θα περάσεις όλη τη δεύτερη ζωή σου στο κρεβάτι με αυτή τη γυναίκα.
Και ήρθαν τα διαβολάκια, τον πήρανε και τον πήγαν σε εκείνη.
Μετά έρχεται η σειρά του Νίκου. Ανοίγει λοιπόν μια άλλη πόρτα και βλέπει μια άλλη γυναίκα ακόμα πιό άσχημη από την πρώτη, βρώμική, πολύ ψηλή, καμπούρα και ξερακιανή. Λέει ο διάβολος:
– Νίκο, αμάρτησες και γι” αυτό θα περάσεις όλη τη δεύτερη ζωή σου στο κρεβάτι με αυτή τη γυναίκα.
Και τα διαβολάκια τον παίρνουν και τον πηγαίνουν σε αυτή.
Ο Γιάννης που είχε δει τα προηγούμενα δεν ήξερε τί να κάνει. Είχε τρομοκρατηθεί, φοβόταν μήπως του βγει καμία κακάσχημη, αλλά εκείνη τη στιγμή ανοίγει μια τρίτη πόρτα και εμφανίζεται η Σίντυ Κρώφορντ. Ο Γιάννης τρελάθηκε, άρχισε να μονολογεί τί τυχερός που ήταν, οπότε λέει ο διάβολος:
– Σίντυ, αμάρτησες…
Ένας μη καπνιστής νέος λέει μια μέρα στη γυναίκα του:-Μου παίρνεις μια πίπα;Κι εκείνη του απαντά:-Μωρό μου από πότε άρχισες να καπνίζεις;
Μπαίνει ο Τοτός στο μπάνιο όπου ο πατέρας του κάνει ντους. – » Μπαμπά, τι είναι αυτό; » – » Ποιο παιδί μου; » – » Να, αυτό το πράγμα ανάμεσα στα πόδια σου.» – » Αα…, αυτό. Είναι πουλί παιδί μου! » – » Πουλί; Και αυτά που πετάνε ρε πατέρα, τι είναι; Πο**ες;»
Ένα πρωί ένας άντρας σηκώνεται από το κρεβάτι του και πηγαίνει στο μπάνιο.
Ενώ κοιτάζει στον καθρέφτη, διαπιστώνει ότι το πουλί του είναι πράσινο.
Ντύνεται και πηγαίνει στον γιατρό, όπου στον θάλαμο αναμονής περιμένει και ένας άλλος άντρας που κρατάει το κεφάλι του και ξεφυσάει.
– Τι συμβαίνει; ρωτάει.
– Ξύπνησα το πρωί και το πουλί μου ήταν κόκκινο.
– Και εμένα ήταν πράσινο!
Εκείνη την στιγμή βγαίνει ο γιατρός και φωνάζει για εξέταση αυτόν με το κόκκινο πουλί, ο οποίος ύστερα από λίγο χαμογελόντας.
– Τι έγινε; τον ρωτάει ο άλλος.
– Τίποτα, όλα ήταν μια χαρά!
– Περάστε, λέει ο γιατρός στον δεύτερο. Τι σας συμβαίνει;
– Τίποτα, απλώς το πουλί μου είναι πράσινο.
– Χμ, λέει ο γιατρός κοιτάζοντάς το. Νομίζω πως θέλει κόψιμο…
– Μα τι λέτε γιατρέ, αφού ο προηγούμενος που είχε κόκκινο πουλί μου είπε ότι δεν είναι τίποτα.
– Κοιτάξτε να δείτε, λέει ο γιατρός. Άλλο κραγιόν και άλλο μούχλα…