Ιντα το θέλει η μάνα σου τη νύχτα το λυχνάρι
Ιντα το θέλει η μάνα σου τη νύχτα το λυχνάρι
απού ‘χει μες στο σπίτι της τον ήλιο, το φεγγάρι
Ιντα το θέλει η μάνα σου τη νύχτα το λυχνάρι
απού ‘χει μες στο σπίτι της τον ήλιο, το φεγγάρι
Απο παε θα παιξω μια να παω στ’ Αγιους Δεκα
ξανοιξετε το μποι μου και θελω και γυναικα
Συζητούν 3 νταλικέρηδες. Λέει ο ένας: – Πάω σπίτι μου να το κάνω με τη γυναίκα μου, μπερδεύομαι από τις πόρνες που πήγαινα, και βγάζω και της δίνω ένα πεντοχίλιαρο. Κι αυτή μου σπάει το χέρι. Λέει ο δεύτερος: – Εμένα μου έσπασε το πόδι. Λέει και ο τελευταίος: – Εμένα μου έδωσε ένα χιλιάρικο ρέστα!
Για να δουν αν είναι αρσενικό ή θηλυκό.
Μια παρέα ζωγράφων αρχίζει τις ιστορίες της. -Εγώ πήρα ένα ξύλο, το έβαψα με τα χρώματα του μάρμαρου, το έριξα στη θάλασσα και αυτό βούλιαξε! Λέει ο ένας. -Α! Εγώ να δείτε! Ζωγράφισα ένα φίλο μου τόσο ζωντανό, που αναγκάζομαι κάθε δύο μέρες να του ξυρίζω τα γένια. Λέει ο άλλος!
Ήταν ένας άντρας ο οποίος είχε πολύ ψιλή φωνή με συνέπεια όποτε μιλούσε να τον κοροϊδεύουν όλοι. Μια μέρα λοιπόν αφού δεν άντεχε πια να τον κοροϊδεύουν όλοι αποφάσισε να πάει σε έναν γιατρό να του πει έναν τρόπο ώστε να μιλάει με πιο χοντρή φωνή. Φθάνοντας στο ιατρείο λέει με ψιλή φωνή του γιατρού: – Γιατρέ μου, πώς μπορώ να μιλάω με πιο χοντρή φωνή; Και ο γιατρός μετά από αρκετή σκέψη του δίνει έναν δονητή και του λέει: – Κάθε φορά που θέλεις να μιλήσεις θα τον βάζεις στον κώλο σου και έτσι θα μιλάς με χοντρή φωνή. Ο άντρας τον δοκιμάζει και πράγματι μιλούσε κανονικά. Πάει την άλλη μέρα με το δονητή στο κώλο και όποιον έβλεπε τον χαιρετούσε. Όλοι τον ακούγαν απορημένοι. Την άλλη μέρα πάει με τη γυναίκα του μια βόλτα και καθώς πάει να μιλήσει ακούστηκε με την ψιλή του φωνή. Ταραγμένος λέει στη γυναίκα του με την ψιλή του φωνούλα: – Γυναίκα μήπως ξέρεις που έχω βάλει το δονητή μου; Και η γυναίκα του απαντάει με πάρα πολύ χοντρή φωνή: – Δεν ξέρω.
Μία γυναίκα είναι δυστυχισμένη όταν ξέρει ένα μυστικό που κανείς άλλος δεν ενδιαφέρεται να μάθει.