Ο σοφέρ του Χριστόδουλου
Ένας αστυνομικός στην Εθνική οδό, έλεγχε την ταχύτητα των αυτοκινήτων. Εκείνη την ώρα ο Αρχιεπίσκοπος βρισκόταν στην περιοχή, μαζί με τον σοφέρ του. Ο σοφέρ είχε ζαλιστεί λίγο και ζήτησε από τον Χριστόδουλο να οδηγήσει εκείνος, ο Χριστόδουλος, καλόκαρδος, δέχτηκε. Εντωμεταξύ ο αστυνόμος πήγαινε να τρελαθεί και αυτό γιατί από μπροστά του είχαν περάσει διαδοχικά ο Σημίτης και ο Καραμανλή με τα αμάξια τους και τους σοφέρ τους. Ο αστυνόμος παίρνει τηλέφωνο το διοικητή του και τον ρωτάει αν πρέπει να τους σταματήσει. Ο διοικητής λέει όχι γιατί τους επίσημους δεν τους σταματάμε ποτέ. Γυρίζει ο αστυνόμος να κοιτάξει τον δρόμο και τι να δει τον Χριστόδουλο να οδηγεί το αμάξι και στις πίσω θέσεις κάποιον να είναι ξαπλωμένος, παίρνει αμέσως τον διοικητή και τον ρωτάει είπατε τους διάσημους δεν τους σταματάμε τους διάσημους με σοφέρ το Χριστόδουλο τι τους κάνουμε.
Τα παπούτσια
Ένας γέρος είχε σαν απωθημένο να πάρει παπούτσια από δέρμα τίγρης. Μια μέρα αφού κέρδισε το λαχείο πήγε και πήρε τα παπούτσια. Πάει σπίτι του και λέει στην γυναίκα του: – «Βλέπεις τίποτα διαφορετικό πάνω μου;» – «Όχι,» λέει η γυναίκα. Πάει ο γέρος και βγάζει τα ρούχα του και λέει στην γριά: – «Τώρα βλέπεις τίποτα διαφορετικό;» – «Όχι,» λέει η γριά, «η π… σου πάντα ήταν κατεβασμένη.» Και λέει ο γέρος: – «Είναι κατεβασμένη για να σου δείχνει τα καινούρια μου παπούτσια.» Και λέει η γυναίκα: – «Και εσύ ρε κακομοίρη παπούτσια βρήκες να αγοράσεις, δεν μπορούσες να αγοράσεις καπέλο;»
Γιατί οι ξανθιές μαθαίνουν να οδηγούν τανκ από μικρές;
Για να μπουν στο πολυτεχνείο.
Ο κλήρος
Μια σκοτεινή νύκτα ο Μήτσος ακούει δίπλα του μια φωνή. -Έχεις ένα δεκάρικο; Φοβισμένος ο Μήτσος βγάζει ένα κατοστάρικο και το δίνει σε έναν από τους δύο τύπους. -Όχι φίλε θέλουμε δεκάρικο για να ρίξουμε κλήρο ποιος θα σε ληστέψει.
Τι είναι αυτό που τρέχει κάτω από τη γη με 200 χλμ. την ώρα;
Ένας ποντικός με το καβασάκι του.
θεέ μου τον πόνο πάρε μου και κάντον μελωδία
θεέ μου τον πόνο πάρε μου και κάντον μελωδία
και στειλτον στην αγάπη μου να ζει στην ευτυχία!