Ηλεκτρολόγος;
Καθώς έφευγε από το σπίτι ο άντρας ακούει την φωνή της γυναίκας του… – Άντρα μου, έλα να φτιάξεις τη λάμπα που κάηκε στην κουζίνα. – Και τι είμαι εγώ; Ηλεκτρολόγος; Την άλλη μέρα… – Αντρούλη μου, ο κήπος χρειάζεται κλάδεμα. – Και τι είμαι εγώ, ρε γυναίκα; Κηπουρός; Την επομένη… – Αντρούλη, έλα σε παρακαλώ να φτιάξεις το νιπτήρα που στάζει. – Και τι είμαι εγώ, ρε γυναίκα; Υδραυλικός; Ύστερα από μια εβδομάδα, επιστρέφει στο σπίτι ο σύζυγος μετά τη δουλειά και βλέπει ότι ο κήπος είναι κουρεμένος, η λάμπα αλλαγμένη και ο νιπτήρας δε στάζει. – Τι έγινε, ρε γυναίκα; Τα έφτιαξες; – Όχι, δεν τα έφτιαξα εγώ αλλά ο γείτονάς μας. Αλλά, για να του το ανταποδώσω, ήθελε είτε να του φτιάξω μια τούρτα με φράουλες και σαντιγί είτε να με πηδήξει. – Και του έφτιαξες την τούρτα; – Και τι είμαι εγώ; Ζαχαροπλαστεία
Αζόρ – Αζόρ
Ένας τύπος γνώρισε μια πλούσια κοπέλα και πήγε σπίτι της να γνωρίσει τους δικούς της. Κάθισαν να δειπνήσουν στο τεράστιο τραπέζι (30m) μήκος. Ο πατέρας της κοπέλας κάθισε στην μια άκρη του τραπεζιού και ο τύπος στην άλλη ενώ παραπλεύρως καθόντουσαν οι υπόλοιποι συγγενείς της κοπέλας. Κατά την διάρκεια του δείπνου ο γαμπρός είχε έντονη επιθυμία να κλάσει λόγω της μεσημεριανής φασολάδας. Όλο ντροπή προσπαθούσε να ανατρέψει αυτή την αγενή επιθυμία, δεν άντεξε όμως και προσπαθώντας να ελαττώσει τον ήχο της πράξης του την αμόλησε. Τότε ο πατέρας της κοπέλας φώναξε στον σκύλο που καθόταν κάτω από την καρέκλα του γαμπρού. – Αζόρ φύγε από εκεί! Ο γαμπρός ανακουφίστηκε γιατί πίστεψε ότι όλοι νόμισαν ότι ο σκύλος την αμόλησε, έτσι η επόμενη πορδή ήταν πιο δυνατή. – Αζόρ φύγε από εκεί! φώναξε και πάλι ο πατέρας της κοπέλας. Ο γαμπρός χαμογέλασε όλο ικανοποίηση. Η επόμενη κλανιά ήταν τόσο δυνατή που σηκώθηκε το τραπεζομάντιλο. Τότε ο πατέρας φώναξε: – Αζόρ φύγε από εκεί γιατί σε λίγο θα σε χέσει ο χωριάτης!
Εξεπατώθηκε η καρδιά ‘πό κάτω κι από πάνω
Εξεπατώθηκε η καρδιά ‘πό κάτω κι από πάνω
και δεν εκάτεχα κι εγώ γιάντα τσ’αγάπες χάνω