Γιατί το πίσω τζάμι του Yugo είναι θερμαινόμενο;
Για να ζεσταίνονται τα χέρια αυτών που το σπρώχνουν…
Για να ζεσταίνονται τα χέρια αυτών που το σπρώχνουν…
Μια ηλιόλουστη μέρα πάει ο Χρήστος στο σπίτι του Γιάννη. Χτυπάει το κουδούνι και του ανοίγει η γυναίκα του Γιάννη. Γεια σου Πόπη, ο Γιάννης που είναι; Γεια σου Χρήστο, δεν ξέρω, όμως αν θέλεις μπορείς ευχαρίστως να τον περιμένεις. Ναι αμέ, αν κεράσεις και καφέ περιμένω. Έλα, έλα Χρήστο πέρασε. Αφού περίμενε ο Χρήστος και άρχισε να βαριέται λέει: Πόπη μου με συγχαρείς αλλά τόση ώρα που σε βλέπω με έχεις ανάψει. Να σου δώσω 100.000 δρχ. να μου δείξεις το βυζί σου; Η Πόπη κοκκίνισε, πρασίνισε, αλλά τα 100.000 δρχ. είναι καλό ποσό για να δείξω το βυζί μου σκέφτηκε. Με φέρνεις σε δύσκολη θέση Χρήστο μου αλλά αν μου δώσεις τα λεφτά ναι γιατί όχι. Πάρε Πόπη μου, να πάρτα. Βγάζει το βυζί της λοιπόν. Τώρα ο Χρήστος άναψε για τα καλά. Να σου δώσω άλλα 100.000 δρχ. να μου δείξεις και το άλλο βυζί σου; Ναι μια που είδες το ένα στο άλλο θα κολλήσουμε; Δώσε μου τα λεφτά. Να καλή μου, πάρε, άντε βγάλτο έξω! Τσουπ να και και το άλλο το βυζόμπαλο πετάχτηκε μπρος στα μάτια του Χρηστάρα. Μετά από λίγο μια που περνούσε η ώρα λέει ο Χρήστος: – Πόπη μου πάω να φύγω τα λέμε. Μισή ώρα αργότερα να και ο Γιάννης… Τι γίνεται Ποπίτσα μου; Καλά Γιάννη μου ήρθε από εδώ και Χρήστος, σε περίμενε λίγο και μετά έφυγε. Ναι! Ποπίτσα μήπως σου έδωσε τα 200.000 δρχ. που μου χρωστάει;
Ο μικρός Γιωρίκας λέει στον πατέρα του: – «Θέλω να μου μάθεις μερικά χτυπήματα καράτε.» Συμφωνεί ο πατέρας του και αρχίζει να του εξηγεί τις πιο βασικές κινήσεις. Την επόμενη μέρα, γυρνάει ο Γιωρίκας σπίτι του κατα-χαρούμενος. – «Σίγουρα εφάρμοσες την τεχνική σήμερα!», λέει ο πατέρας του. – «Ναι πατέρα, έτσι είναι!» – «Και τώρα ποια δεν θα φοβάσαι κανένα συμμαθητή σου. Σωστά;» – «Μα δεν πρόκειται για συμμαθητή μου. Απλά ο δάσκαλός μου ήθελε να μου τις βρέξει. Και όπως καταλαβαίνεις…»
Εφυγες κι όμως η καρδιά δε λέει να ξεχάσει
και μια ζωή στην σκέψη μου πες μου πως θα περάσει
Ήταν ένας τύπος ο οποίος είχε χοιροστάσιο . Την εποχή που έπρεπε να γκαστρωθούν οι γουρούνες του ψοφήσανε όλα τα αρσενικά. Τι να κάνει πάει στον κτηνίατρο . – Γιατρέ μου σώσε με , τώρα που πρέπει να γκαστρωθούν οι γουρούνες μου ψόφησαν τα αρσενικά . – Δυστυχώς δεν μπορώ να κάνω τίποτα . Έχουν ψοφήσει όλα τα αρσενικά της περιοχής , θα πρέπει να περιμένεις μέχρι του χρόνου . – Τι λες γιατρέ, καταστράφηκα, κάποια λύση θα πρέπει να υπάρχει . – Μόνο μία . Να τις γκαστρώσεις εσύ . – Τι ; Θα τρελάθηκες . Και άντε πες ότι τις πη**ω πως θα καταλάβω ότι τις γκάστρωσα ; – Κοίτα να δεις . Αν την άλλη μέρα το πρωί οι γουρούνες είναι μέσα στην λάσπη τότε δεν πέτυχες . Αν είναι στο χορτάρι τότε γκαστρώθηκαν. Τι να κάνει φεύγει από τον γιατρό και πηγαίνει μες στον στάβλο που είναι οι γουρούνες , τις » βάζει » κάτω μία μία και τις ξεσκίζει στο πή**μα . Σηκώνεται την άλλη μέρα το πρωί, τι να δει , όλες οι γουρούνες μες στην λάσπη . – Γαμώτο , μάλλον δεν εμπνέονται από το περιβάλλον του στάβλου σκέφτεται , και τις φορτώνει στο DATSUN και τις πηγαίνει σε κάτι αγρούς και τις πη**ει για δεύτερη φορά . Την άλλη μέρα τα ίδια πάλι , όλες οι γουρούνες μες στην λάσπη . – Φτου σου , μάλλον θα θέλουν βουνό , φαίνεται και τις φορτώνει πάλι στο DATSUN και τις πηγαίνει πάνω σε έναν καταπράσινο λόφο με θέα από κάτω και τις ξαναπη**ει για τρίτη φορά . Την άλλη μέρα δεν μπορούσε να μαζέψει τα πόδια του από τα συνεχή πη**ματα . – Σήκω , του φωνάζει η γυναίκα του , να πας στον στάβλο . – Δεν μπορώ γυναίκα , πήγαινε εσύ να δεις τι κάνουν οι γουρούνες . Πηγαίνει η γυναίκα του και επιστρέφει . – Λέγε γυναίκα που είναι οι γουρούνες , στο χορτάρι ή στην λάσπη ; – Ούτε στο χορτάρι ούτε στην λάσπη ……. Πάνω στο DATSUN είναι και κορνάρουν
Ήταν δύο φίλοι που κάθονταν σε μια καφετέρια, και ήταν άφραγκοι. Εκεί που πίναν τον καφέ τους, πετάγεται ο ένας, και λέει: – «Ρε συ, πως δεν το σκέφτηκα τόσο καιρό! Φεύγω, θα τα πούμε σε λίγους μήνες!» Ο άλλος καθόταν απορημένος, και περίμενε τρεις μήνες, ώσπου μια ημέρα μια λιμουζίνα παρκάρει έξω από την καφετέρια, και βγαίνει ο φίλος του χλυδάτος και κουστουμαρισμένος! – «Τι έγινε ρε μεγάλε,» του λέει. – «Ασε ρε, τα κονόμησα. Μου ήρθε η ιδέα να φτιάξω μια ποντικοπαγίδα με σίγουρα αποτελέσματα, την πούλησα και έχω γεμίσει χρήμα!» – «Τι ποντικοπαγίδα είναι αυτή;» – «Μα είναι απλό, παίρνω ένα κουτί με δύο θήκες, στις οποίες βάζω ένα κομμάτι τυρί στην μία, και ένα μπιφτέκι στην άλλη. Πάει ο ποντικός μέσα στο κουτί το βράδυ, και το πρωί όταν ανοίγεις το κουτί, τον βρίσκεις ακόμα εκεί να κάθεται ζαλισμένος και να σκέφτεται αν θα φάει το τυρί ή το μπιφτέκι και εσύ λοιπόν τον σκοτώνεις εύκολα!» – «Και αυτό σε έκανε πλούσιο;» – «Δεν με βλέπεις;» – «Ρε μεγάλε, μου ήρθε και εμένα μια ιδέα. Σε λίγο καιρό, θα περάσω από το γραφείο σου να τα πούμε!» Μετά από τρεις μήνες, έξω από το γραφείο του πλούσιου φίλου, προσγειώνεται ένα ελικόπτερο, και βγαίνει ο φίλος του με συνοδεία μπράβων, και γραμματέων, και μπαίνει στο κτίριο. Όταν τον βλέπει στο γραφείο του, τον ρωτάει: – «Καλά ρε, πως τα κονόμησες και εσύ τόσο γρήγορα;» – «Μα είναι απλό φίλε μου. Πήρα την ιδέα σου, και την έκανα ποιο οικονομική, οπότε έβγαλα περισσότερο κέρδος.» – «Δηλαδή;» – «Να μωρέ, θυμάσαι τον ποντικό που ήταν να διαλέξει το τυρί ή το μπιφτέκι;» – «Ναι…» – «Ε, λοιπόν εγώ δεν βάζω τίποτα στο κουτί, οπότε το πρωί που πας και ανοίγεις το κουτί, βρίσκεις τον ποντικό κλαμένο να σκέφτεται που είναι το τυρί ή το μπιφτέκι;»
Μια φορά ήταν μέσα σε ένα αεροπλάνο 100 επιβάτες, 2 πιλότοι και 2 αεροσυνοδοί που ήταν Πόντιοι. Ξαφνικά οι πιλότοι άκουσαν φασαρία στο διάδρομο τότε είπαν στους αεροσυνοδούς: – «Πείτε στους επιβάτες να σταματήσουν γιατί θα πέσει το αεροπλάνο. Μετά από πολλές συστάσεις οι επιβάτες δεν ησύχαζαν . Ξαφνικά οι πιλότοι άκουσαν να έχει σταματήσει η φασαρία και ρώτησαν τους αεροσυνοδούς: – «Τι έγινε και σταμάτησε η φασαρία;». Τότε οι αεροσυνοδοί τους απάντησαν: – «Τους βγάλαμε να παίξουν στην αυλή.»
Ο Τζίμης έχει φτάσει νούμερο 2 στο κατς. Το Όνειρο του είναι να νικήσει τον ΤΡΟΜΟ, το νούμερο 1, αλλά ο προπονητής του δεν συμφωνεί. Ας σημειώσουμε ότι ο ΤΡΟΜΟΣ γνωρίζει μια κρυφή λαβή με την οποία έχει ήδη στείλει στο νοσοκομείο πολλούς διεκδικητές του τίτλου. Αλλά ο Τζίμηςεπιμένει τόσο που στο τέλος ο προπονητής υποχωρεί και κανονίζει έναν αγώνα με τον ΤΡΟΜΟ. Ο αγώνας αρχίζει. Πολύ σύντομα ο ΤΡΟΜΟΣ έχει αρπάξει τον Τζίμη και πάει να του φορέσει την κρυφή λαβή. Ο προπονητής στρίβει το κεφάλι να μην δει το κακό… Και όπως έχει στριμμένο το βλέμμα, ακούει έναν βρυχηθμό, μετά, το πλήθος να ωρύεται, γυρίζει, και τι να δει: o Τζίμης έχει πετάξει τον ΤΡΟΜΟ πάνω απ` τα σκοινιά, έξω από το ρινγκ! Με τον τίτλο στο χέρι, πίσω στα αποδυτήρια, ο προπονητής θέλει να μάθει πώς κατάφερε αυτόν τον άθλο. Και ο Τζίμης:-Είμαι με το κεφάλι στο δάπεδο, με τη μέση διπλωμένη στα δύο, έτοιμος να παραιτηθώ, όταν ξαφνικά μπροστά μου βλέπω δυο α***ια. Σκέφτομαι , να η μοναδική ευκαιρία μπας και χαλαρώσει τη λαβή, τεντώθηκα λοιπόν και τους τράβηξα μια γερή δαγκωνιά!-Ω ρε μάγκα μου ρεφλέξ, μπράβο! θαυμάζει ο προπονητής. Δεν ήταν μεν φαιρ- πλευ, αλλά ήταν πολύ αποτελεσματικό. Και ο Τζιμης:-Είναι απίστευτο το τι μπορεί να κάνει κανείς όταν δαγκώσει τ` α****ια του………….
– Ποια η διαφορά μεταξύ ενός δικηγόρου και μιας πόρνης;- Η πόρνη σταματάει να σε γαμ*** όταν πεθάνεις!